Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου, «’Υβος Στασίαρχος», εκδ. Πλέθρον 1991
Η ποιητική πράξη που καταγράφει η Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου με την δεύτερη ποιητική συλλογή της «’Υβος Στασίαρχος» έχει να κάνει με έναν μυστικό κώδικα που προτείνει από τις αρχές του αιώνα η υπερρεαλιστική ποίηση.
Μία γραφή έντονα προσωπική η γραφή της Χ. Α. μας μιλάει για τα εσωτερικά που κρύβει το γίγνεσθαι της ανθρώπινης ύπαρξης. ‘Εντονη η παρουσία της στα ποιητικά πράγματα όσον αφορά στον υπερρεαλισμό τα τελευταία χρόνια, μιας και το 1990 κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική συλλογή της με τίτλο «Μελανία» με όρια καθορισμένα εξαρχής στα δρώμενα της ποίησης του Α. Εμπειρίκου, του Ν. Εγγονόπουλου, του Ε. Κακναβάτου. ‘Ισως είναι από τις λίγες ποιητικές φωνές που τηρούν με θρησκευτική ευλάβεια τον υπερρεαλισμό όχι όσον αφορά τον τρόπο γραφής (και εδώ εννοώ την αυτόματη γραφή και την τυχαία συγκόλληση λέξεων) αλλά τον τρόπο έκφρασης.
Πιστή στα μανιφέστα του André Breton που εισήγαγε για πρώτη φορά την ιδέα το 1924, δεν επιτρέπει στους πολέμους αυτής της γραφής, γενικά αυτού του κώδικα επικοινωνίας που προτείνει ο Breton στην τέχνη, να θριαμβολογήσουν για το τέλος της υπερρεαλιστικής γραφής γιατί η ποίηση της X. A. είναι στέρεη, δομημένη με γνώμονα τα συναισθήματα και το δράμα του ποιητή όπως κάθε αληθινή ποίηση.
Με αφετηρία την ποίηση της Χ.Α. θα ήθελα να θέσω μερικά ερωτήματα:
Πόσα από τα ποιήματα που βλέπουμε δημοσιευμένα τα τελευταία χρόνια δεν ερωτοτροπούν έντονα με το δόγμα της υπερρεαλιστικής γραφής; Πόσοι από τους στίχους αυτούς δεν φέρουν επάνω τους το στίγμα της ασύνδετης γλωσσικής έκφρασης; Πόσοι από τους ποιητές που δρουν ποιητικά σήμερα και απορρίπτουν μετά βδελυγμίας την υπερρεαλιστική γραφή δεν μας παρουσιάζουν γλωσσικές κατασκευές που έρχονται να ακουμπήσουν στις πιο ακραίες εφαρμογές αυτής της τέχνης; Η απάντηση δίνεται εύλογα από τον σημαιοφόρο του υπερρεαλισμού σήμερα στην Ελλάδα του ‘Εκτορα Κακναβάτου:
«…Με την υπερρεαλιστική ποίηση η γλώσσα μπαίνει σε μια παθολογία που αναδεικνύει τον δυναμισμό της. ‘Ετσι η υπερρεαλιστική ποίηση ανασκευάζει τα πεδία της γλώσσας και την χλωρίδα τους. Ο υπερρεαλισμός τόλμησε να αποκαλύψει το ενδογενές σθένος της λέξης, δηλαδή την ικανότητά της να δημιουργεί δεσμούς των ετερόκλητων. Τόλμησε ακόμα παραπέρα να εισαγάγει την ποίηση μια αταξία πιο εκκωφαντική από εκείνη του ασυνάρτητου και του συμπλησιασμού των ετερόκλητων πραγμάτων, τόλμησε να εισαγάγει και τις ετεροτυπίες αδιαφορώντας για την «ανησυχία» που προκαλούν αυτές…»
Ας επανέλθουμε στην ποίηση της Χ.Α. η οποία στο ποίημα « Η εσωτερική της θέσεως εισπνέω» αναφέρει:
«Γιατί πώς να το κάνουμε συνάνθρωποι
ο θάνατος πετάει τις παρτίδες ανακούρκουδα
θαυμάζει κι επιμένει στις εξάρες του»
Ενώ στο ποίημα «Τα χειλεόφωνα» μας εξιστορεί:
«Αληθινή δεξιοτέχνις η απελπισία»
Δείγμα γραφής: «Πικρό σελάγισμα στη νήσο Σβέννυμι»
Διασχίζοντας κι ετούτο τον Νοέμβρη
συντροφιά με το κουφάρι μου,
η ομορφιά που έθρεψα ζαρώνει κυκλικά
και αποπνέει κόνιδα του χρέους
Γιατί τα ναι που απαντάς σημαίνον συγγηράσκοντα
ναυτίες βράδυ που παθαίνουν τα ερπετά
όταν ξεσκέπαστα κοιμούνται στο κατάστρωμα.
Αντώνης Δ. Σκιαθάς, εφημερίδα Η ΗΜΕΡΑ των Πατρών, 9.2.1992